δεκαεξασύλλαβος

δεκαεξασύλλαβος
-η, -ο
1. αυτός που αποτελείται από δεκαέξι συλλαβές.
2. το αρσ. ως ουσ., δεκαεξασύλλαβος στίχος που αποτελείται από δεκαέξι μετρικές συλλαβές: Ο Παλαμάς χρησιμοποίησε και το δεκαεξασύλλαβο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • δεκαεξασύλλαβος — η, ο 1. αυτός που έχει δεκαέξι συλλαβές («λέξη δεκαεξασύλλαβη») 2. το αρσ. ως ουσ. δεκαεξασύλλαβος (στίχος) στίχος που αποτελείται από δεκαέξι συλλαβές, όπως «άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε Θεός κελεύει». [ΕΤΥΜΟΛ. < δεκαέξι + συλλαβή. Η λ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”